Τρίτη, Ιουνίου 27, 2006

I'd rather be lonely

Every night I get the blues,
with greens and yellows and chartreuses.
You're still living here with me.
I'd rather be lonely.

All the time I look around
for excuses to leave town.
Everybody wants somebody, but,
I'd rather be lonely.

Let us make a brand new start,
separate and stay apart.
I've had enough, having and holding.
I'd rather be lonely.

I think that I need some space
Everyday you're in my face.
How can I get rid of you?
I'd rather be lonely.

One more verse, a few more words.
Love is for the bees and birds.
Not for a human being like me.
I'd rather be lonely.

Ο Loudon Wainwright σ'αυτό το τραγούδι περιγράφει με οδυνηρή ευστοχία το συναίσθημα του να έχει σιχαθεί η ψυχή σου το έτερόν της ήμισυ.
Αν θέλετε να χωρίσετε λοιπόν, αντί να σπάτε πιάτα και να κλαίτε (τι, αυτά δεν κάνουν όσοι χωρίζουν; όχι; αντε καλέ!) μπορείτε να του/της αφιερώσετε το τραγουδάκι αυτό και να χωρίσετε πολιτισμένα -και μετά μουσικής.
Ρωτάτε πώς; Μπορείτε να το παίζετε συνέχεια στο στέρεο, με προτροπές όπως: 'ακού αυτόν εδώ τον στίχο, δεν είναι φοβερός;' ή με αναφωνήματα τύπου: 'πέστα χρυσόστομε!'. Για ένα πιό προσωπικό touch, μπορείτε να το τραγουδήσετε στην κιθάρα ή a cappella στον αγαπημένο σας. Αν εξακολουθεί να σας κοιτάει με απλανές βλέμα, μάλλον δεν ξέρει αγγλικά, οπότε παίρνετε τηλέφωνο το Σαββόπουλο και ζητάτε να σας το διασκευάσει στα ελληνικά. Γιατί, το "Μέρα όμορφη/τις πάπιες ταίσαμε" δεν ήταν ωραία διασκευή;

Σάββατο, Ιουνίου 24, 2006

It’s a jungle out there

Για τον κ. Μονκ, σίγουρα. Ο κ. Μονκ πάσχει από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (Obsessive - Compulsive Disorder, ή OCD για τους μυημένους) και είναι ο ντετέκτιβ πρωταγωνιστής της αστυνομικής σειράς που προβάλλει στο STAR κάθε Σάββατο στις 16:30. Οι υποθέσεις της σειράς είναι κλασσικές ιστορίες μυστηρίου, με κάτι από Sherlock Holmes, καθώς ο κ. Μονκ για να βρει τον δολοφόνο βασίζεται στην παρατηρητικότητα και τις απέραντες γνώσεις του. Η σειρά θυμίζει και τις πατροπαράδοτες αυτοτελείς σειρές μυστηρίου, όπως το «Murder She Wrote» ή το «Matlock». Παρά το γεγονός ότι τα εγκλήματα είναι σχεδόν πάντα φόνοι, δεν είναι καθόλου βίαιη. Είναι μια οικογενειακή σειρά που δεν ποντάρει στο μελόδραμα ή το διδακτισμό. Το κωμικό στοιχείο είναι αρκετά έντονο, χωρίς να ολισθαίνει στη φάρσα. Η πλοκή μερικές φορές είναι κάπως απλοϊκή αλλά αυτό -για μένα- απλώς ενισχύει την όλη αίσθηση της αθωότητας που αναδίνει η σειρά. Συν ότι αποζημιωνόμαστε με τις έξυπνες ατάκες που ξεστομίζει ο κ. Μονκ και οι υπόλοιποι χαρακτήρες. Το αστέρι βέβαια είναι ο ηθοποιός που παίζει τον κ. Μονκ, ο Tony Shalhoub. Ο άνθρωπος δίνει ρεσιτάλ, τόσο με τις εκφράσεις του προσώπου του όσο και με την απίστευτη κινησιολογία του. Κάποιοι τηλεορασόπληκτοι τον θυμάστε ίσως από τη σειρά Stark Raving Mad που έδειχνε το Μακεδονία μια εποχή. Αλλά έχει παίξει και σε αρκετές ταινίες, δεύτερους ρόλους πάντα. Τον έχουν χρησιμοποιήσει οι αδελφοί Coen σε πολύ χαρακτηριστικούς ρόλους στο Barton Fink και στο The Man Who Wasn’t There. Όλο το cast είναι συμπαθέστατο και σε κάθε σχεδόν επεισόδιο κάποιος συνήθης ύποπτος κάνει την εμφάνισή του, όπως π.χ. ο John Torturo που παίζει τον -εξίσου προβληματικό- αδελφό του κυρίου Μονκ. Προσθέστε το διαμαντάκι τραγούδι τίτλων του Randy Newman και τις ωραίες λήψεις του San Francisco και έχετε μία πολύ καλή κωμική σειρά μυστηρίου, ό,τι πρέπει δηλαδή για Σάββατο απόγευμα.
Υποσημείωση: Φυσικά το STAR δείχνει στην τύχη επεισόδια από τον 1ο, 2ο και 3ο κύκλο. Γιατί άλλωστε να τα δείχνει με τη σειρά; Ποιό ελληνικό κανάλι σέβεται τους τηλεθεατές του για να το κάνει το STAR; Ευτυχώς είναι τα περισσότερα επεισόδια είναι αυτοτελή, οπότε η σειρά παρακολουθείται και έτσι.

Παρασκευή, Ιουνίου 23, 2006

Η γιορτή της μουσικής

Είδα διάφορα, πέρα από τους ανεκδιήγητους Mary and the Boy τα ουρλιαχτά της οποίας Mary θα με κυνηγούν στους χειρότερους ηχητικούς εφιάλτες μου, είδα τις γνωστές άγνωστες φάτσες των συναυλιών, Εξαρχείων και περιχώρων, με νερά και μπύρες στο χέρι και ένιωσα ότι είναι ωραίο και άσχημο ταυτόχρονα σε μια τόσο μεγάλη πόλη να βλέπεις τους ίδιους ανθρώπους να ανακυκλώνονται σε μουσικά events και περισσότερο απ'όλα μου άρεσαν οι Γάλλοι d.j.s Birdie Num Num. Για να είμαι ειλικρινής, από το όνομα με είχαν ήδη κερδίσει. Ατμοσφαιρική, βομβώδης και πάνω απ'όλα χορευτική μουσική σε ένα αποπνιχτικό καλοκαιρινό βράδυ.

Είναι όλοι gay

Είχα βγει για ποτό με την Ε., όταν εντελώς ξαφνικά, γυρίζει και μου λέει: "Καλά τό έχεις παρατηρήσει ότι οι gay είναι παντού; Τι θα γίνει με αυτή τη κατάσταση; Και εμένα μου αρέσει ο Καπουτζίδης και όλα αυτά, αλλά όπου και να γυρίσω να κοιτάξω βλέπω τέτοιους". Επειδή ξέρω ότι η Ε. δεν έχει κάποια έντονη κοινωνική ζωή, τη ρώτησα που ακριβώς τους βλέπει όλους αυτούς μαζεμένους, γιατί εγώ που βγαίνω βράδυ 4 φορές την εβδομάδα, δεν τους έχω δει. Η απάντηση ήταν κάπως αόριστη: "Ε, ξέρεις, στην τηλεόραση, στα περιοδικά, στο Γκάζι..."
Μάαλιστα.
Eπαναλαμβάνω ότι εγώ δεν βλέπω παντού gay, αλλά ας πούμε ότι εγώ δεν είμαι και παρατηρητική. Ακόμα και αν κάποιος βρίσκει έναν gay όποια πέτρα κι αν σηκώσει, τι πειράζει; Γιατί αυτό πρέπει να ταράζει κατ' οποιονδήποτε τρόπο τον ψυχισμό του; Και τέλος πάντων τι είναι αυτό που κάνει άτομα έξυπνα, καλλιεργημένα, κοσμογυρισμένα και εν γένει προοδευτικά, όπως η φίλη μου η Ε., να αντιμετωπίζουν τόσο φοβικά τους gay;
Αυτή η φοβία είναι τόσο βαθιά ριζωμένη στην ελληνική κοινωνία, που και εγώ (που φυσικά είμαι έξυπνη, καλλιεργημένη και όλα τα υπόλοιπα) όταν έμαθα ότι ο καλύτερος μου φίλος ο J. στη Σκοτία ήταν gay, θύμωσα μαζί του. Δεν μπορώ να το εξηγήσω, αλλά απογοητεύτηκα. Σκέφτηκα: "Δε θέλω ο φίλος μου να είναι gay. Δε θέλω να είναι ο πούστης, η παλιαδελφή. Δε θέλω".
Γιατί; Επειδή αυτή είναι η εικόνα του ομοφυλόφιλου στην Ελλάδα. Είναι συνυφασμένη με αρνητικούς προσδιορισμούς. Ακόμα και οι οποιοιδήποτε θετικοί προσδιορισμοί, κρύβουν μια υποτίμηση, αν μη τι άλλο επειδή είναι στερεοτυπικοί. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, ότι όταν γνώρισε τον J. μια Ελληνίδα φίλη μου, δήλωσε απογοητευμένη ότι δεν είναι πολύ αστείος. Γιατί βεβαίως, ο gay πρέπει να είναι αστείος, πρέπει να είναι θηλυπρεπής και χαριτωμένος, αλλιώς δεν μπορούμε να τον κατατάξουμε. Ακόμα και αυτοί που κατατάσσονται εύκολα, τρομάζουν όταν αυξάνεται η ορατότητα τους.
Ό,τι και να κάνουν χάνουν λοιπόν; Πιστεύω ότι όσο αυξάνονται οι άνθρωποι που γνωστοποιούν στον περίγυρο τους -όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό- ότι είναι ομοφυλόφιλοι και όταν πια οι ετεροφυλόφιλοι Έλληνες μάθουν ότι κάποιοι φίλοι, συγγενείς ή συνάδελφοί τους, κάποιοι πραγματικοί άνθρωποι τέλος πάντων, είναι gay, θα ξεπεράσουν τη φοβία τους. Όχι βέβαια ότι η ευθύνη έγκειται αποκλειστικά στους ομοφυλόφιλους, η διαδικασία αυτή είναι αμφίδρομη. Και τουλάχιστον οι ετεροφυλόφιλοι που δεν πάσχουμε από ιδεοληψίες για τους ομοφυλόφιλους πρέπει να μιλάμε όταν ακούμε σαχλαμάρες του τύπου "τι περιμένεις, αδελφή είναι".

Τρίτη, Ιουνίου 20, 2006

Viva Zapata

Τις προάλλες κατέβαζα (ντροπή και άισχος) από το soulseek Huggy Bear και Bikini Kill γιατί είχα θυμηθεί το διπλό ep τους που είχε αγοράσει η φίλη μου η Ντένη και μου είχε γράψει σε κασσέτα η οποία στην πορεία χάθηκε αλλά είχε τραγούδια με εκπληκτικούς τίτλους όπως "Blow Dry Him Away" και "Resist Psychic Death" τα οποία χαράκτηκαν ανεξίτηλα στην κοριτσίστικη ψυχή μου. Άρχισα λοιπόν ψάχνω στο allmusic για την κίνηση των Riot Grrls (ναι, ξέρω, και εμένα μου φαινόταν πάντα λίγο αστείος ο όρος). Πέρα από το ότι μετά το ψάξιμο κατέληξα στο συμπέρασμα ότι τελικά θα ήθελα να ήμουν έφηβη στην Olympia της Washington το 1990 και τότε ίσως να έπιανα καμιά ηλεκτρική κιθάρα ή να έγραφα σε κανενα fanzine (μπα, ούτε τότε μάλλον), έπεσα και πάνω σε ένα συγκρότημα και μια ιστορία που δεν γνώριζα. Όσοι ξέρετε την ιστορία, συγχωρείστε τη νεοφώτιστη.

Λοιπόν, το συγκρότημα λεγόταν The Gits, δεν ήταν Riott Grrls, απλώς κινούνταν στους ίδιους χώρους με συγκροτήματα όπως οι L7 και oι Babes in Toyland, στη μουσική σκηνή του Seattle. Βασικά έπαιζαν punk, όπως άλλωστε και τα περισσότερα αδελφά τους συγκροτήματα. Η τραγουδίστρια τους, η Mia Zapata θεωρούταν πολύ χαρισματική και ως τραγουδίστρια και ως perfomer. Κατέβασα τον ένα δίσκο που κυκλοφόρησαν και όντως η κοπέλα είχε τρομερή φωνή και ενέργεια. Τα τραγούδια των Gits έχουν μια εσωτερική δύναμη που οφείλεται κυρίως στην ερμηνεία της Zapata. Η τραγουδίστρια των Be Your Own Pet μου την θυμίζει λίγο. Το συγκρότημα έπαιρνε καλές κριτικές, έπαιζε πολλά live και είχε αρκετούς οπαδούς. Ήταν έτοιμοι να γίνουν διάσημοι, όταν η Zapata πέθανε. Ένα βράδυ του 1993, όπως γύρνουσε σπίτι της, βιάστηκε και δολοφονήθηκε. Απ'ότι διάβασα, το έγκλημα είχε μείνει ανεξιχνίαστο και μόλις το 2004, χάρη στις εξελίξεις στην επιστήμη της ιατροδικαστικής, βρέθηκε και καταδικάστηκε ο δολοφόνος της.

Προσπαθώ να σκεφτώ πως θα αντιμετώπιζε αυτή το ζήτημα αν είχε επιβιώσει της επίθεσης, ή πως θα ήθελε να τη μνημονεύουν τώρα. Σίγουρα δεν θα της άρεσε κάτι δακρύβρεχτο. Καθόλου punk αυτό. Και πολύ πιθανόν να μην της άρεσε να την θυμούνται εξ αφορμής αυτού του γεγονότος, όπως κάνω εγώ τώρα.

Είναι όμως ένα απελπιστικό γεγονός και στέκεται απέναντι μου και με κοιτάζει. Δεν θέλω απλώς να κλείσω τα μάτια. Ζήτω η Zapata λοιπόν και ζήτω όλα τα κορίτσια που παίζουν rock 'n' roll και όλα τα κορίτσια που γυρίζουν το βράδυ σπίτι τους και όλα τα κορίτσια που συνεχίζουν να ζουν, ό,τι κι αν συμβεί.

Δευτέρα, Ιουνίου 19, 2006

Ακουστικά στην πόλη

Επειδή είμαι κάνα δίωρο την ημέρα στο δρόμο και σε μέσα μαζικής μεταφοράς, για να έχω το κεφάλι μου ήσυχο και να ακούω αυτά που κατεβάζω από το soulseek, φοράω τα ακουστικά μου και παίζω τη μουσική που μου αρέσει προχωρώντας αμέριμνη (ή σαν ούφο, όπως το πάρει κανείς). Μου αρέσει πολύ που έχω το δικό μου soundtrack της πόλης. Δεν βγάζω τα ακουστικά από τα αυτιά μου ούτε όταν κάποιος μου απευθύνει το λόγο. Αυτό γιατί τώρα τελευταία όποτε μου μιλάει κάποιος άνθρωπος στο δρόμο είναι είτε για να μου ζητήσει λεφτά, είτε για να μου πουλήσει κάτι, είτε για να μου την πέσει. Αυτό που με έβαλε σε σκέψεις είναι ότι τις προάλλες συνειδητοποίησα -με κάποια καθυστέρηση- ότι η κυρία που με ρώτησε κάτι στην Ερμού και εισέπραξε ένα αδιάφορο βλέμμα για απάντηση, δεν ήθελε να μου πουλήσει κάτι, αλλά να μάθει που είναι ο Χυτήρογλου...

Ενιωσα λίγο άσχημα και σκέφτηκα να την προλάβω και να της απαντήσω ότι κι εγώ, πέρα από το "Ελάτε στου Χυτήρογλου - στο κέντρο της Αθήνας" δεν ξέρω κάτι πιο συγκεκριμένο.
Αλλά, αιωνίως αναποφάσιστη γαρ, δεν πρόλαβα να το κάνω. Και παρόλο που στενοχωρήθηκα, προτιμώ την Αθήνα με τα ακουστικά μου παρά χωρίς. Ίσως την επόμενη φορά να απαντήσω με ένα τραγούδι.